Benelux logo
Greek logo

Ἀείμνηστος Μητροπολίτης Θυατείρων κυρὸς Ἀθηναγόρας Καβάδας (1884-1962)

Ἀείμνηστος Μητροπολίτης Θυατείρων κυρὸς Ἀθηναγόρας Καβάδας (1884-1962)

Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Θυατείρων κυρὸς Ἀθηναγόρας Καβάδας (1884-1962) ἐγεννήθη εἰς Κέρκυραν (Ἑλλάδα), ἐσπούδασε τὴν Θεολογίαν εἰς Ἀθήνας. Ἐχειροτονήθη διάκονος τὸ 1909 καὶ ἱερεὺς τὸ 1910. Τὸ ἴδιον ἔτος διωρίσθη διευθυντὴς τῆς Ριζαρείου εἰς Ἀθήνας μέχρι τὸ 1917. Τὸ Ἀκαδημαϊκὸν ἔτος 1918 ἕως 1919 ἐσπούδασε εἰς Ὀξφόρδην μὲ ὑποτροφίαν.

Τὸ 1921 προσεκλήθη εἰς Ἀμερικὴν ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Μελετίου Μεταξάκη, ὁ ὁποῖος ἀργότερον ἐξελέγη Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ὅπου καὶ διηκόνησε εἰς Ἑλληνικὰς Κοινότητας μέχρι τὸ 1949. Ἐν συνεχείᾳ διωρίσθη Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς. Τὸ 1937 διωρίσθη Πρύτανης τοῦ Θεολογικοῦ Ἰνστιτούτου Τιμίου Σταυροῦεἰς Μπροῦκλιν Βοστώνης.

Τὴν 31ην Μαΐου 1938 τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον τὸν ἐξέλεξε Βοηθὸν Ἐπίσκοπον τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς μὲ τὸν τίτλον τοῦ Ἐπισκόπου Βοστώνης. Ἡ χειροτονία του ἐγένετο εἰς τὸν Καθεδρικὸν Ἱερὸν Ναὸν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Βοστώνης τὴν 5ην Ἰουνίου 1938. Τὸν ἐχειροτόνησε εἰς Ἐπίσκοπον ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς καὶ μετέπειτα Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης μὲ συλλειτουργοὺς τοὺς Ἐπισκόπους Ἁγίου Φραγκίσκου κ. Κάλλιστον καὶ Εὐκαρπίας κ. Θεοδόσιον. Τὴν 7ην Ἰουνίου 1949 ἐξελέγη Μητροπολίτης Φιλαδελφείας καὶ διωρίσθη μόνιμος ἐκπρόσωπος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἰς Ἀθήνας. Τὸ 1950 τοῦ ἀνετέθη ἡ ποιμαντικὴ εὐθύνη τῶν Ἐνοριῶν Αὐστρίας, Οὐγγαρίας καὶ Ἰταλίας, αἱ ὁποῖαι συνεχίζουν νὰ ἀνήκουν εἰς τὴν δικαιοδοσίαν τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων. Μετὰ τὴν ἐκδημίαν πρὸς Κύριον τοῦ Μητροπολίτου Θυατείρων Γερμανοῦ, ὁ Ἐπίσκοπος Ἀθηναγόρας Καβάδας ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος Θυατείρων καὶ Ἔξαρχος Δυτικῆς καὶ Κεντρικῆς Εὐρώπης τὴν 12ην Ἀπριλίου 1951 μὲ ἕδραν τὸ Λονδῖνον.

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Θυατείρων Ἀθηναγόρας Καβάδας συμμετέσχε ἐνεργῶς εἰς τὸν Διάλογον μεταξὺ τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ἐξεπροσώπει τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον εἰς τὰς Συναντήσεις τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν.

Εἶχε ἐπίσης τὴν πνευματικὴν εὐθύνην διὰ τὰς Ἐνορίας τοῦ Βελγίου καὶ Ὁλλανδίας. Κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του χιλιάδες Ἕλληνες ἔφθασαν εἰς τὸ Βέλγιον πρὸς ἐργασίαν εἰς τὰ ἀνθρακωρυχεῖα. Ἐστάλησαν ἐπίσης καὶ ἱερεῖς εἰς τὸ Βέλγιον μεταξὺ δὲ αὐτῶν καὶ ὁ Ἀρχιμανδρίτης Παντελεήμων Κοντογιάννης (ὁ μετέπειτα Μητροπολίτης Βελγίου).

Ἀπεβίωσεν εἰς Λονδῖνον τὴν 15ην Ὀκτωβρίου 1962. Ἡ ἐξόδιος Ἀκολουθία ἐτελέσθη εἰς τὸν Καθεδρικὸν Ἱερὸν Ναὸν τῆς Ἁγίας Σοφίας ἐν Λονδίνῳ τὴν 20ὴν Ὀκτωβρίου 1962 ὑπὸ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς κ. Ἰακώβου. Ἐτάφη εἰς Κέρκυραν.